Η αλήθεια για τον φόρο «Μπάφετ» στους πλουσίους

The New York Times Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπάρακ Ομπάμα, πέτυχε δύο πράγματα στην ομιλία του για την οικονομία που έδωσε στην Πολιτεία της Φλόριντα, κάνοντας εκτενή αναφορά στον «κανόνα Μπάφετ», με βάση τον οποίο οι εκατομμυριούχοι θα πρέπει να επιβαρύνονται με φορολογικό συντελεστή 30%, τουλάχιστον, στα εισοδήματά τους. Ο μεγαλοεπενδυτής Γουόρεν Μπάφετ είχε δηλώσει στις αρχές του 2011 ότι η γραμματέας του πληρώνει περισσότερους φόρους στο αμερικανικό Δημόσιο από τον ίδιο, θίγοντας την ευνοϊκή μεταχείριση που απολαμβάνουν οι πλουσιότεροι Αμερικανοί πολίτες. Αυτήν την Τρίτη, ο κ. Ομπάμα έπεισε το ακροατήριό του ότι θα λάβει μέτρα για τη δημιουργία ενός δικαιότερου φορολογικού κώδικα, εξαπολύοντας εμμέσως πλην σαφώς μια επίθεση στον πολιτικό του αντίπαλο, Μιτ Ρόμνεϊ, εκπρόσωπο του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος στις επικείμενες προεδρικές εκλογές. Ο κ. Ρόμνεϊ αποκάλυψε τον περασμένο Ιανουάριο ότι οι φόροι που κατέβαλε κυμαίνονταν λίγο έως πολύ στο 14% των εισοδημάτων του, συνολικού ύψους 21 εκατομμυρίων δολαρίων. Στην προεκλογική του εκστρατεία, ο κ. Ρόμνεϊ φαίνεται να τάσσεται υπέρ μιας ακόμη μεγαλύτερης μείωσης των φορολογικών συτελεστών στα περιουσιακά στοιχεία των πλέον εύπορων Αμερικανών, στερώντας πολύτιμα έσοδα από το κράτος και διογκώνοντας, ως εκ τούτου, το έλλειμμα στον προϋπολογισμό των ΗΠΑ. Εάν εφαρμοστεί ο κανόνας Μπάφετ, το αμερικανικό κράτος θα αντλήσει εντός δεκαετίας επιπλέον φορολογικά έσοδα 50 δισ. δολαρίων. Σημαντικότερο ρόλο στα κρατικά έσοδα θα διαδραματίσει η κατάργηση των φοροαπαλλαγών που επιβλήθηκαν στη διακυβέρνηση του Τζορτζ Μπους του νεότερου. Οι φοροαπαλλαγές αυτές σε ετήσια εισοδήματα άνω των 250.000 δολαρίων έληξαν επίσημα στα τέλη Δεκεμβρίου του 2010, αλλά πέρασαν στους επόμενους προϋπολογισμούς ως μέσο συμφιλίωσης όταν συζητούνταν στο Κογκρέσο το επίμαχο για τους Δημοκρατικούς νομοσχέδιο για τη μεταρρύθμιση του κρατικού συστήματος υγειονομικής περίθαλψης. Εάν καταργηθούν αυτές οι φοροαπαλλαγές τότε τα έσοδα του αμερικανικού κράτους θα αυξηθούν κατά 800 δισ. δολάρια εντός δεκαετίας. Ο κ. Ομπάμα δεν πρέπει να υπαναχωρήσει στην κατάργηση αυτών των φοροαπαλλαγών και να εφαρμόσει αντί αυτού τον κανόνα Μπάφετ ως πολιτικό αντάλλαγμα. Ο Αμερικανός πρόεδρος έχει όλο το δίκιο με το μέρος του όταν αναφέρεται στην ανισότητα των εισοδημάτων στις ΗΠΑ ως ένα σοβαρό και εντεινόμενο πρόβλημα. Την Τρίτη δήλωσε ότι το  «μεγάλο ερώτημα για τους Αμερικανούς είναι ότι μια όλο και μικρότερη μερίδα πολιτών ζει καλύτερα και μια διευρυνόμενη μάζα του πληθυσμού παλεύει όλο και πιο σκληρά». Ή «το ζητούμενο είναι να ζουν όλοι καλύτερα με ίσες ευκαιρίες;» Η αδικία στην κατανομή των φορολογικών βαρών είναι μια όψη αυτού του νομίσματος και παράγοντας επιδείνωσης αυτού του χάσματος. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία που δόθηκαν από τον Λευκό Οίκο στη δημοσιότητα, ο μέσος φορολογικός συντελεστής για το 0,1% των πλουσιότερων Αμερικανών μειώθηκε από το 51% στο 26% μέσα στην τελευταία 50ετία. Την ίδια ώρα, τα φορολογικά βάρη του μέσου πολίτη έχουν παραμείνει αμετάβλητα ή έχουν αυξηθεί, καταβάλλοντας το 2010 στο ομοσπονδιακό κράτος το 16% των εισοδημάτων τους έναντι του 14% προ 50ετίας. Ο κ. Ομπάμα δεν είπε ότι βασικός συντελεστής για την ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση των πλουσίων είναι το πλαφόν του 15% που ισχύει στα κεφαλαιακά κέρδη έναντι συντελεστή 25% με 35% στους μισθούς και τις αμοιβές των εργαζομένων. Η επιβολή ενός ενιαίου φορολογικού συντελεστή σε όλες τις κλίμακες και κατηγορίες εισοδημάτων θα θεράπευε αυτήν την ανισότητα. Ο κανόνας Μπάφετ υποκρύπτει έναν επικίνδυνο συμβολισμό, διότι θα περιορίζονταν σε εισοδήματα άνω του ενός εκατομμυρίου δολαρίων όταν το όριο των 250.000 δολαρίων μπορεί να εξασφαλίσει υψηλότερα φορολογικά έσοδα. Τέλος, η συζήτηση για την ανισότητα στα εισοδήματα των Αμερικανών δεν μπορεί να λήξει μόνον στη διαμάχη για τη φορολόγησή τους. Προκειμένου να μπορούν όλοι οι Αμερικανοί να απολαύσουν ίσα οφέλη από την ανάπτυξη της οικονομίας, η Ουάσιγκτον πρέπει να ενισχύσει τους ανάλογους θεσμούς, όπως η δημόσια εκπαίδευση, ένα κρατικό σύστημα υγείας, κοινωνική ασφάλιση, εποπτεία του χρηματοπιστωτικού κλάδου και κατώτατο μισθό.