Η θαυμαστή πυραμίδα του Χέοπα

Η Πυραμίδα του Χέοπα (επίσης γνωστή ως η Μεγάλη πυραμίδα της Γκίζας ή Μεγάλη Πυραμίδα) είναι η αρχαιότερη και η μεγαλύτερη από τις τρεις πυραμίδες της Νεκρόπολης της Γκίζας, η οποία συνορεύει με τη σύγχρονη πόλη της Γκίζας στην Αίγυπτο. Είναι το αρχαιότερο από τα Επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, και το μόνο που σώζεσαι στις μέρες μας.
Με βάση μία εγχάραξη σε έναν εσωτερικό θάλαμο της πυραμίδας που ονομάζει μια ομάδα εργασίας, και μία αναφορά στον φαραώ της 4ης Δυναστείας της αρχαίας Αιγύπτου Χέοπα, οι αιγυπτιολόγοι πιστεύουν ότι η πυραμίδα χτίστηκε σαν τάφος σε διάστημα 10 με 20 χρόνων, και ολοκληρώθηκε περίπου το 2560 π. Χ. Αρχικά με ύψος 146,5 μέτρα (481 πόδια), ήταν το ψηλότερο κτήριο του κόσμου για πάνω από 3.800 χρόνια. Αρχικά η Μεγάλη Πυραμίδα ήταν καλυμμένη με πέτρες επικάλυψης οι οποίες δημιουργούσαν μία λεία και επίπεδη επιφάνεια. Αυτό που βλέπουμε σήμερα είναι η δομή από κάτω. Σήμερα, μπορούμε να δούμε κάποιες από αυτές τις πέτρες επικάλυψης σκορπισμένες γύρω από τη βάση της πυραμίδας. Υπάρχουν πολλές επιστημονικές και εναλλακτικές θεωρίες για το πώς κατασκευάστηκε η πυραμίδα. Οι πιο αποδεκτές από αυτές διατείνονται ότι χτίστηκε με τη μετακίνηση τεράστιων λίθων από το λατομείο και την τοποθέτησή τους με σύρσιμο και ανύψωση.
Υπάρχουν τρεις γνωστοί θάλαμοι μέσα στην Μεγάλη Πυραμίδα. Αυτός που βρίσκεται πιο χαμηλά, είναι σκαμμένος στο βραχώδες υπόστρωμα κάτω από την πυραμίδα, και είναι ημιτελής. Οι λεγόμενοι θάλαμοι της Βασίλισσας και του Βασιλιά, είναι ψηλότερα, χτισμένοι μέσα στο εσωτερικό της πυραμίδας. Η Μεγάλη Πυραμίδα είναι η μόνη γνωστή στη Αίγυπτο που έχει διαδρόμους που και κατεβαίνουν και ανεβαίνουν. Το συγκρότημα της πυραμίδας περιλαμβάνει δύο ναούς νεκρικής λατρείας προς τιμήν του Χέοπα (έναν δίπλα στην πυραμίδα και τον άλλον κοντά στον Νείλο), τρεις μικρότερες πυραμίδες για τις γυναίκες του, καθώς και μία μικρότερη πυραμίδα "δορυφόρο", έναν στεγασμένο διάδρομο που ένωνε τους δύο ναούς, και μικρότερους τάφους μασταμπάδες οι οποίοι ανήκουν σε ευγενείς και βρίσκονται γύρω από την πυραμίδα.
Πιστεύεται ότι η πυραμίδα χτίστηκε σαν τάφος για τον φαραώ της 4ης Δυναστείας της αρχαίας Αιγύπτου Χέοπα σε ένα διάστημα 20 χρόνων. Ο Βεζίρης του Χέοπα Χεμιούνου πιστεύεται από κάποιους πως είναι ο αρχιτέκτονας της Μεγάλης Πυραμίδας. Αρχικά με ύψος 146,5 μέτρα, σήμερα λόγω της διάβρωσης και της απουσίας του πυραμιδίου της, η πυραμίδα έχει ύψος 138,8 μέτρα. Κάθε πλευρά είχε μήκος 230,4 μέτρα. Η μάζα της πυραμίδας εκτιμάται στους 5,9 εκατομμύρια τόνους. Ο δε όγκος της είναι περίπου 2.500.000 κυβικά μέτρα.. Βάση αυτών των υπολογισμών, το χτίσιμο της πυραμίδας σε 20 χρόνια θα απαιτούσε την τοποθέτηση 800 τόνων πέτρας κάθε μέρα. Ομοίως, καθώς εκτιμάται ότι η πυραμίδα αποτελείται από περίπου 2,3 εκατομμύρια μονόλιθους, για 20 χρόνια απαιτείται η μετακίνηση 12 μονόλιθων την ώρα, κάθε μέρα, 24 ώρες το 24ωρο. Οι πρώτες μετρήσεις ακριβείας της πυραμίδας πραγματοποιήθηκαν από τον αιγυπτιολόγο Φλάιντερς Πέτρι το 1880-82 και δημοσιεύτηκαν στο έργο Οι Πυραμίδες και οι Ναοί της Γκίζας. Όλες σχεδόν οι αναφορές είναι βασισμένες στις μετρήσεις του. Πολλές από τις εξωτερικές πέτρες επικάλυψης καθώς και μονόλιθοι από τους εσωτερικούς θαλάμους της πυραμίδας είναι ταιριασμένοι με τέτοια ακρίβεια, ώστε ο μέσος όρος του κενού στους αρμούς είναι μόνο μισό χιλιοστό.
Η πυραμίδα ήταν το ψηλότερο κτήριο στον κόσμο για 3.800 χρόνια, μέχρι την ολοκλήρωση (περίπου) το 1300 του κωδωνοστασίου του Καθεδρικού του Λίνκολν. Η ακρίβεια της κατασκευής της πυραμίδας είναι τέτοια, που το μήκος των τεσσάρων πλευρών έχουν μια μέση απόκλιση μεταξύ τους μόλις 58 χιλιοστών. Η βάση είναι οριζόντια και επίπεδη με απόκλιση μόλις συν πλην 15 χιλιοστών. Η πλευρές είναι προσανατολισμένες στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα (με απόκλιση μόλις 4 πρώτων λεπτών της μοίρας (4/60 της μοίρας)) με βάση τον γεωγραφικό Βόρειο Πόλο, και όχι τον Μαγνητικό Βόρειο Πόλο, ενώ οι κάθετες γωνίες της ολοκληρωμένης τετράγωνης βάσης της, έχουν ένα μέσο όρο απόκλισης από το να είναι 90 μοίρες, μόλις 12 πρώτα λεπτά της μοίρας (12/60 της μοίρας). Οι διαστάσεις του ολοκληρωμένου έργου σύμφωνα με τον Πέτρι και επόμενες μελέτες, εκτιμάται ότι αρχικά ήταν 280 αιγυπτιακοί βασιλικοί πήχεις ύψος, με μήκος πλευρών 440 πήχεις. Η αναλογία της περιμέτρου διά το ύψος είναι 1760/280, το οποίο ισούται με 2πι, με μια ακρίβεια καλύτερη από 0,05% (που αντιστοιχεί στη γνωστή προσέγγιση της τιμής του πι 22/7). Κάποιοι αιγυπτιολόγοι θεωρούν ότι αυτή η αναλογία ήταν βάση σχεδίου. Ο Βέρνερ έχει γράψει, "Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι παρόλο που οι αρχαίοι αιγύπτιοι δεν μπορούσαν να προσδιορίσουνε με ακρίβεια τη τιμή του πι, στην πράξη το χρησιμοποιούσαν". Ο Πέτρι, συγγραφέας του Πυραμίδες και Ναοί της Γκίζας είχε συμπεράνει: "…αλλά αυτές οι αναλογίες των εμβαδών και των αναλογιών των τόξων είναι τόσο συστηματικές, που θα πρέπει να τις αποδώσουμε στο σχεδιασμό των κατασκευαστών". Άλλοι έχουν επιχειρηματολογήσει ότι οι αρχαίοι αιγύπτιοι δεν είχαν καμία γνώση του αριθμού πι και δεν θα μπορούσαν να τον είχαν περιλάβει στο σχεδιασμό των κτηρίων τους. Πιστεύουν ότι η παρατηρούμενη γωνία κλίσης της πυραμίδας μπορεί να έχει βασιστεί απλά και μόνο στην επιλογή μιας προεπιλεγμένης γωνίας κλίσης, χωρίς να έχουν ληφθούν υπόψη τα συνολικά μεγέθη και οι αναλογίες του τελειωμένου κτηρίου.
Εκτιμάται ότι η Μεγάλη Πυραμίδα αποτελείται από περίπου 2,3 εκατομμύρια μονόλιθους από ασβεστόλιθο, οι περισσότεροι από τους οποίους θεωρείται ότι μετακινήθηκαν από κοντινά ορυχεία. Ο ασβεστόλιθος της Τούρα ο οποίος χρησιμοποιήθηκε για την εξωτερική επικάλυψη, έχει εξορυχθεί από την απέναντι όχθη του ποταμού. Οι μεγαλύτεροι γρανιτένιοι μονόλιθοι στην πυραμίδα έχουν βρεθεί στο θάλαμο "του Βασιλιά", και ζυγίζουν από 25 μέχρι 80 τόνους, και έχουν μεταφερθεί από το Ασσουάν, το οποίο βρίσκεται 800 χιλιόμετρα μακριά. Οι αιγύπτιοι έκοβαν τα κομμάτια του βράχου στο ορυχείο με το να τοποθετούν ξύλινες σφήνες στο βράχο τις οποίες μετά μούλιαζαν με νερό. Καθώς αυτές το απορροφούσαν, διαστελλόταν, με αποτέλεσμα να δημιουργούν ρωγμές στο βράχο. Όταν έκοβαν τα κομμάτια του βράχου, τα μετέφεραν μέσω του Νείλου στην πυραμίδα. Εκτιμάται ότι για το χτίσιμο της πυραμίδας χρησιμοποιήθηκαν 5,5 εκατομμύρια τόνοι ασβεστόλιθου, 8.000 τόνοι γρανίτη (φερμένοι από το Ασσουαν), και 500.000 τόνοι ασβεστοκονιάματος.

Μετά την ολοκλήρωσή της, η Μεγάλη Πυραμίδα καλύφθηκε με πέτρες επικάλυψης λευκού ασβεστόλιθου λειασμένων στην εντέλεια. Αυτές είχαν προετοιμαστεί σε μια κλίση 5 ½ παλάμες (του αρχαίου αιγυπτιακού μετρικού συστήματος), ώστε να επιτευχθούν οι επιθυμητές διαστάσεις. Αυτό που σήμερα είναι ορατό είναι η δομή κάτω από αυτήν την επικάλυψη. Το 1300 μ.Χ. ένας καταστροφικός σεισμός χαλάρωσε πολλές από τις πέτρες επικάλυψης, οι οποίες κατόπιν αφαιρέθηκαν το 1356 από το Σουλτάνο της δυναστείας Μπάχρι An-Nasir Nasir-ad-Din al-Hasan, προκειμένου να χτιστούν τζαμιά και φρούρια στο γειτονικό Κάιρο. Σήμερα μπορεί να δει κανείς αυτές τις πέτρες ως μέρη αυτών των κτηρίων. Κατοπινοί εξερευνητές αναφέρουν τεράστιες στοίβες από εξωτερικές πέτρες που είχαν καταρρεύσει, οι οποίες μετέπειτα απομακρύνθηκαν κατά τις εργασίες ανασκαφών στο χώρο. Ακόμα και έτσι, κάποιες από τις πέτρες επικάλυψης υπάρχουν ακόμα και σήμερα in situ γύρω από τη βάση της πυραμίδας, και στις οποίες μπορούμε να παρατηρήσουμε την ακρίβεια της δουλειάς τους, η οποία έχει καταγραφεί ανά τους αιώνες. Ο Πέτρι ανακάλυψε μια διαφοροποίηση μεταξύ της κλίσης της εσωτερικής δομής της πυραμίδας και της επικάλυψης, της τάξης των 193 ± 25 εκατοστών. Σαν εξήγηση πρότεινε ότι μετά την κατασκευή της εσωτερικής δομής έγινε επαναπροσδιορισμός του προσανατολισμού προς το βορά, αλλά ο υπολογισμός ήταν λάθος, και η επικάλυψη φτιάχτηκε με διαφορετικό προσανατολισμό. Ο Πέτρι σχολίασε την ακρίβεια των πετρών της επικάλυψης ως "ισάξια του έργου ενός οπτικού, παρά μόνο σε κλίμακα εκταρίων" και επίσης, "το να τοποθετηθούν οι πέτρες με αυτήν την ακρίβεια επαφής θα αποτελούσε προσεκτική εργασία. Αλλά το να επιτευχθεί αυτό με τσιμέντο στους αρμούς, μοιάζει σχεδόν αδύνατον". Έχει προταθεί ότι το ασβεστοκονίαμα (το "τσιμέντο" του Πέτρι) ήταν αυτό που επέτρεψε την πραγματοποίηση του φαινομενικά αδύνατου έργου, παρέχοντας στους κατασκευαστές ένα υπόστρωμα για να τοποθετήσουν με ακρίβεια τις πέτρες.
Για τις τεχνικές κατασκευής της πυραμίδας έχουν προταθεί πολλές, και συχνά αντικρουόμενες, θεωρίες. Πολλές διαφωνούν με το αν οι λίθοι σύρθηκαν, ανυψώθηκαν, ή καν μετακυλίστηκαν στο τόπο της κατασκευής. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι για την κατασκευή χρησιμοποιήθηκαν σκλάβοι, αλλά σύγχρονες ανακαλύψεις σε καταυλισμούς εργατών στην Γκίζα, υποδηλώνουν ότι η πυραμίδα χτίστηκε από δεκάδες χιλιάδων εξειδικευμένων εργατών. Ο Βέρνερ υπέθεσε ότι το εργατικό δυναμικό ήταν οργανωμένο ιεραρχικά σε δύο ομίλους των 100.000 ανδρών, οι οποίες ήταν χωρισμένες σε 5 zaa ή phyle των 20.000 ανδρών, οι οποίες διαχωρίζονταν παραπέρα ανάλογα με τις ειδικότητες των εργατών.
Ένα μυστήριο για την κατασκευή της πυραμίδας είναι ο προγραμματισμός. Ο Τζον Ρόμερ ισχυρίζεται ότι χρησιμοποίησαν την ίδια μέθοδο με προηγούμενες και επόμενες κατασκευές, δηλαδή την τοποθέτηση των σχεδίων στο έδαφος με αναλογία 1 προς 1. Γράφει, "ένα τέτοιο διάγραμμα θα μπορούσε να δώσει την αρχιτεκτονική της πυραμίδας με τέτοια ακρίβεια, που δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί με άλλα μέσα". Επίσης επιχειρηματολογεί ότι ο χρόνος κατασκευής της ήταν 14 χρόνια.
Μια σύγχρονη κατασκευαστική μελέτη, σε συνεργασία με τον Μαρκ Λέχνερ και άλλους αιγυπτιολόγους, εκτιμά ότι το συνολικό εγχείρημα χρειάστηκε εργατικό δυναμικό αποτελούμενο από μέσο όρο 14.567 άτομα, και μέγιστο 40.000 άτομα. χωρίς τη χρήση τροχαλιών, του τροχού, και σιδερένια εργαλεία, με τη χρήση της μεθόδου κρίσιμης διαδρομής οι ερευνητές πρότειναν ότι Μεγάλη Πυραμίδα ολοκληρώθηκε από την αρχή μέχρι το τέλος σε περίπου 10 χρόνια.

Η αρχική είσοδος της πυραμίδας βρισκόταν 17 μέτρα κάθετα από το έδαφος και 7,29 μέτρα ανατολικά από την κεντρική γραμμή της πυραμίδας. Από αυτήν την είσοδο ένας διάδρομος 0,96 μέτρων ύψος και 1,04 μέτρα πλάτος κατεβαίνει προς τα κάτω σε γωνία 26° 31'23" διά μέσω της πυραμίδας και μέχρι το βραχώδες υπόστρωμα που βρίσκεται από κάτω της. Μετά από 105,23 μέτρα ο διάδρομος, που είναι κατωφερής, γίνεται οριζόντιος και συνεχίζει για ακόμα 8,84 μέτρα καταλήγοντας στον κατώτατο θάλαμο, ο οποίος απ’ ό, τι φαίνεται είναι ημιτελής. Ο διάδρομος συνεχίζει μετά τον νότιο τοίχο του θαλάμου. Στον θάλαμο επίσης υπάρχει ένας λάκκος σκαμμένος στο πάτωμά του. Κάποιοι αιγυπτιολόγοι ισχυρίζονται ότι αυτός ο υπόγειος θάλαμος προοριζόταν αρχικά ως ο νεκρικός θάλαμος, αλλά ο Χέοπας κατόπιν άλλαξε γνώμη, θέλοντας να κτιστεί ο θάλαμος ψηλότερα, μέσα στο εσωτερικό της πυραμίδας.
Στα 28,2 μέτρα από την είσοδο, υπάρχει μια τετράγωνη οπή στην οροφή του Κατωφερούς Περάσματος. Αυτό αρχικά καλυπτόταν με πέτρινη πλάκα, και ήταν η αρχή του Ανωφερούς Περάσματος. Το Ανωφερές Πέρασμα έχει 39,3 μέτρα μήκος και έχει το ίδιο ύψος και πλάτος με το Κατωφερές Πέρασμα, ενώ έχει σχεδόν ακριβώς την ίδια κλίση. Το τέλος του φράσσεται από τρείς τεράστιους ογκόλιθους από γρανίτη, μήκους περίπου 1,5 μέτρων ο καθένας. Στην αρχή της Μεγάλης Γαλαρίας στην δεξιά μεριά υπάρχει μία εγκοπή στον τοίχο (που τώρα καλύπτεται από σύρμα). Αυτή είναι αρχή ενός κάθετου αγωγού ο οποίος διασχίζοντας ακανόνιστα την αρχιτεκτονική της πυραμίδας ενώνεται με το Κατωφερές Πέρασμα. Επίσης, στην αρχή της Μεγάλης Γαλαρίας υπάρχει ένα Οριζόντιο Πέρασμα το οποίο οδηγεί στο "Θάλαμο της Βασίλισσας". Το πέρασμα έχει 1,1 μέτρα ύψος στο μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής του, αλλά κοντά στον θάλαμο υπάρχει ένα σκαλοπάτι στο πάτωμα, μετά το οποίο το πέρασμα έχει 1,73 μέτρα ύψος.
Ο Θάλαμος της Βασίλισσας βρίσκεται ακριβώς στη μέση της απόστασης μεταξύ της βόρειας και της νότιας πλευράς της πυραμίδας, και έχει μήκος 5,75 μέτρα από βόρεια προς νότια, 5,23 μέτρα από ανατολικά προς δυτικά, και έχει οροφή με τριγωνική ύψους 6,23 μέτρων από το πάτωμα. Στην ανατολική μεριά του θαλάμου υπάρχει κόγχη ύψους 4,67 μέτρων. Το αρχικό βάθος της ήταν 1,04 μετρά, αλλά τυμβωρύχοι μεγάλωσαν το βάθος σκάβοντας.
Στους νότιο και βόρειο τοίχους του θαλάμου υπάρχουν στενά φρεάτια, που αντίθετα με αυτά του θαλάμου του Βασιλιά τα οποία ανέρχονται από την αρχή τους, είναι οριζόντια για περίπου 2 μέτρα, πριν να έχουν τη κλίση προς τα επάνω. Το οριζόντιο μέρος σκάφτηκε το 1872 από τον Βρετανό μηχανικό Waynman Dixon, ο οποίος πίστευε ότι παρόμοια φρεάτια θα υπήρχαν και στο θάλαμο του Βασιλιά. Είχε δίκαιο, αλλά καθώς αυτά δεν συνδέονται με το εξωτερικό της πυραμίδας ή με το θάλαμο της Βασίλισσας, η χρήση τους είναι άγνωστη. Ο Ντίξον στο τέλος του αγωγού ανακάλυψε μία σφαίρα μαύρου διορίτη και ένα μπρούτζινο εργαλείο και τα δύο αγνώστου χρησιμότητας. Σήμερα εκτίθενται στο Βρετανικό Μουσείο.
Τα φρεάτια του Θαλάμου της Βασίλισσας εξερευνηθήκαν το 1992 από τον γερμανό μηχανικό Rudolf Gantenbrink με τη χρήση ενός ρομπότ-κάμερα που κατασκεύασε, το Upuaut 2. Μετά ανοδικής διαδρομής 65 μέτρων, ανακάλυψε ότι ένα από τα φρεάτια φραζόταν από "θύρες" από ασβεστόλιθο, οι οποίες είχαν δύο διαβρωμένα χάλκινα "χερούλια". Μερικά χρόνια μετά η National Geographic Society κατασκεύασε ένα παρόμοιο ρομπότ το οποίο άνοιξε μια μικρή τρύπα στην νότια πόρτα, απλά για να ανακαλύψει ότι πίσω της. Το νότιο πέρασμα, το οποίο ήταν δύσκολο στην πρόσβαση λόγω ακανόνιστων στροφών και κλίσεων, βρέθηκε ομοίως να φράσσεται από πόρτα.
Η έρευνα συνεχίστηκε το 2011 με το Πρόγραμμα Djedi. Καθώς έγινε αντιληπτό ότι η κάμερα του προγράμματος της National Geographic Society μπορούσε να δει μόνο ευθεία μπροστά, το πρόγραμμα Djedi χρησιμοποίησε κάμερα οπτικών ινών τύπου "φιδάκι, η οποία θα μπορούσε να δει από όλες τις γωνίες. Με αυτήν μπόρεσαν να διησδήσουν την πρώτη πόρτα του νότιου φρέατος και να δούνε όλες τις πλευρές του μικρού θαλάμου που υπήρχε πίσω της. ανακάλυψαν ιερογλυφικά γραμμένα με κόκκινο χρώμα. Μπόρεσαν να διερευνήσουν και τα χάλκινα "χερούλια", τα οποία τώρα πιστεύουν ότι είχαν διακοσμητικό ρόλο. Επίσης, η πίσω πλευρά της "πόρτας" ήταν τελειωμένη και γυαλισμένη, το οποίο υποδεικνύει ότι δεν τοποθετήθηκε απλά για να συγκρατεί τα μπάζα μακριά από το φρέαρ, αλλά μάλλον εξυπηρετούσε άλλους συγκεκριμένο σκοπό that could see around corners. With this they were able to penetrate the first door.
Η Μεγάλη Στοά συνεχίζει στην κλίση του Ανωφερούς Περάσματος, έχει όμως ύψος 8,6 μέτρα και 46,8 μέτρα μήκος. Στην αρχή της έχει 2,06 μέτρα πλάτος, αλλά μετά από 2,29 μέτρα οι πέτρες στους τοίχους έχουν τοποθετηθεί βαθμιδωτά σαν σκαλοπάτια προς τα μέσα, κατά 7,6 εκατοστά σε κάθε πλευρά. Υπάρχουν επτά τέτοια "σκαλοπάτια", έτσι στο τέλος της η Στοά έχει 1,04 μέτρα πλάτος. Η οροφή της έχει φτιαχτεί με επίπεδες πλάκες με ελάχιστα πιο απότομη κλίση σε σχέση με το δάπεδο, έτσι ώστε κάθε πέτρα είναι ταιριασμένη σε εγκοπή στην οροφή σαν σε οδοντωτό τροχό. Ο σκοπός ήταν κάθε πέτρα να στηρίζεται στον τοίχο της Στοάς, παρά στην από κάτω πέτρα, το οποίο τελευταίο θα είχε συνέπεια η πίεση χαμηλά στη Στοά να ήταν εκτός ορίων.
Στο ανώτερο άκρο της Στοάς στα δεξιά, υπάρχει μια οπή δίπλα στην οροφή η οποία είναι η αρχή τούνελ το οποίο καταλήγει στον χαμηλότερο από τους θαλάμους απορρόφησης πίεσης. Οι άλλοι παρόμοιοι θάλαμοι ανακαλύφθηκαν το 1837-8 από τους συνταγματάρχη Howard Vyse και τον John Perring, οι οποίοι έσκαψαν στοές προς τα επάνω κάνοντας χρήση εκρηκτικών.
Το πάτωμα της Στοάς αποτελείται από "κράσπεδο" πλάτους 51 εκατοστών σε κάθε πλευρά, το οποίο αφήνει περιθώριο 1,04 μέτρα ανάμεσα. Στο κράσπεδο υπάρχεου 54 εγκοπές, 27 σε κάθε πλευρά, οι οποίες αντιστοιχούν σε κάθετες και οριζόντιες εγκοπές στους τοίχους της Στοάς. Η χρήση τους είναι άγνωστη, αλλά το γεγονός ότι ο κεντρικός διάδρομος έχεις το ίδιο πλάτος με το Ανωφερές Πέρασμα, έχει οδηγήσει σε εικασίες ότι στην Μεγάλη Στοά αποθηκεύονταν πέτρες, και οι εγκοπές έφεραν ξύλινους δοκούς που τις συγκρατούσαν.
Στο πάνω μέρος της Στοάς υπάρχει ένα σκαλοπάτι που οδηγεί σε ένα οριζόντιο πέρασμα μήκους περίπου 1,02 μέτρα, όπου υπάρχουν τέσσερεις σχισμές, τρεις από τις οποίες μπορεί να είχαν αρχική χρήση να φέρουν γρανιτένιες πόρτες. Θραύσματα από γρανίτη τα οποία βρέθηκαν από τον Πέτρι στο Κατωφερές Πέρασμα μπορεί να προέρχονται από, τις τώρα χαμένες, αυτές πόρτες.

Ο Θάλαμος του Βασιλιά έχει 10,47 μέτρα μήκος από τα ανατολικά προς δυτικά, και 5,234 μέτρα μήκος από τα βόρεια προς νότια. Έχει επίπεδη οροφή, που βρίσκεται 5,974 μέτρα από το πάτωμα. Στους βόρειο και νότιο τοίχους 91 εκατοστά πάνω από το πάτωμα, υπάρχουν δύο στενά φρεάτια (σε ένα από το οποία είναι σήμερα εγκατεστημένο σύστημα εξαερισμού). Η χρήση αυτών των φρεατίων δεν είναι ξεκάθαρη. Μοιάζουν να είναι ευθυγραμμισμένα (να "στοχεύουν") σε άστρα ή κομμάτια του βόρειου και νότιου ουρανού, όμως ένα από αυτά έχει τεθλασμένη πορεία, κάτι που υποδηλώνει ότι δεν υπήρχε σχεδίαση να παρατηρούν τον ουρανό μέσω αυτών των φρεατίων. Οι αιγυπτιολόγοι για πολύ καιρό πίστευαν ότι τα στενά αυτά φρεάτια ήταν αεραγωγοί, για τον εξαερισμό της πυραμίδας, όμως τώρα αυτή η υπόθεση έχει ευρέως εγκαταλειφθεί, έναντι μιας άλλης θεωρίας που έχει κερδίσει έδαφος, και υποστηρίζει ότι τα φρεάτια είχαν τελετουργικό ρόλο, και σχετιζόταν με την ανάληψη της ψυχής του φαραώ στην ουράνια σφαίρα.
Ο Θάλαμος του Βασιλιά είναι καλυμμένος εξολοκλήρου με γρανίτη. Πάνω από την οροφή, η οποία σχηματίζεται από εννιά επίπεδες πέτρινες πλάκες-μονόλιθους συνολικού βάρους περίπου 400 τόνων, υπάρχουν 5 θάλαμοι, γνωστοί ως θάλαμοι απορρόφησης πίεσης. Οι πρώτοι τέσσερεις έχουν επίπεδη οροφή, όπως ο θάλαμος του Βασιλιά, αλλά ο τελευταίος έχει τριγωνική οροφή. Ο Vyse υποψιάστηκε την ύπαρξη κι άλλον θαλάμων, όταν από μια ρωγμή στην οροφή του πρώτου θαλάμου πέρασε ένα καλάμι. Από τον χαμηλότερο προς τα επάνω, οι θάλαμοι είναι γνωστοί ως ο "Θάλαμος του Ντέιβισον", ο "Θάλαμος του Ουέλλινγκτόν", ο "Θάλαμος του Νέλσον, ο "Θάλαμος της Λαίδης Άρμπουθνοτ", και ο "Θάλαμος του Κάμπελ". Πιστεύεται ότι αυτοί οι θάλαμοι είχαν σκοπό να απορροφήσουν την πίεση, αποτρέποντας την οροφή του Θαλάμου του Βασιλιά να κατάρρευση υπό το βάρος της αρχιτεκτονικής της πυραμίδας από πάνω του. Καθώς αυτοί οι θάλαμοι δεν θα ήταν ορατοί ως μέρος του κτηρίου, δεν ήταν ολοκληρωμένοι από καμία άποψη, και κάποιες από τις πέτρες έχουν ακόμα τα σημάδια προετοιμασίας των χτιστών. Μία από τις πέτρες στο θάλαμο του Κάμπελ έχει ένα σημάδι, που απ’ ό, τι φαίνεται είναι το όνομα μιας ομάδας εργασίας, το οποίο είναι το μόνο στην πυραμίδα που αναφέρει το όνομα του Φαραώ Χέοπα.
Το μόνο αντικείμενο μέσα στο Θάλαμο του Βασιλιά είναι μια παραλληλόγραμμη γρανιτένια σαρκοφάγος, μία γωνία της οποίας είναι σπασμένη. Η σαρκοφάγος είναι λίγο πιο μεγάλη από το Ανωφερές Πέρασμα, κάτι που υποδηλώνει ότι πρέπει να είχε τοποθετηθεί στο Θάλαμο πριν τοποθετηθεί η οροφή του. Αντίθετα από τους τοίχους του Θαλάμου οι οποίοι είναι τέλεια λειασμένοι, τα τοιχώματα της σαρκοφάγου είναι τραχιά, με σημάδια από πριόνια ορατά σε πολλά σημεία. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τις τέλεια λειασμένες και διακοσμημένες σαρκοφάγους που βρέθηκαν σε άλλες πυραμίδες της ίδιας περιόδου. Ο Πέτρι υπέθεσε ότι αρχικά θα χρησιμοποιούσαν μια τέτοια σαρκοφάγο, αλλά χάθηκε στο ποτάμι στη διαδρομή βόρεια του Ασσουάν, και αυτή η σαρκοφάγος έγινε βιαστικά για να την αντικαταστήσει.
Σήμερα η τουρίστες μπαίνουν στην πυραμίδα από το Τούνελ του Robbers, το οποίο σκάψανε εργάτες υπό τον Χαλίφη al-Ma'mun γύρω στο 820 μ. Χ. Το τούνελ είναι σκαμμένο ίσια στην αρχιτεκτονική της πυραμίδας γιο περίπου 27 μέτρα, και μετά στρίβει απότομα αριστερά συναντώντας της πέτρες που έφραζαν το Ανωφερές Πέρασμα. Μη μπορώντας να τις παρακάμψουνε, οι εργάτες σκάψανε απάνω και πίσω τους το μαλακό ασβεστόλιθο ώσπου φτάσανε στο Ανωφερές Πέρασμα. Από αυτό το σημείο υπάρχει η δυνατότητα να περάσει κανείς στο Κατωφερές Πέρασμα, αλλά συνήθως η είσοδος απαγορεύεται.
Η Μεγάλη Πυραμίδα περιβάλλεται από συγκρότημα αρκετών κτηρίων, που περιλαμβάνει και μικρές πυραμίδες. Ο Ναός της Πυραμίδας, που βρισκόταν στα ανατολικά της πυραμίδας και είχε μήκος από βόρεια προς νότια 52,2 μέτρα, και από τα ανατολικά προς δυτικά 40 μέτρα, σήμερα δεν υπάρχει, εκτός από τη λιθόστρωση από μαύρο βαλσάτη. Υπάρχουν μόνο απομεινάρια από το στεγασμένο διάδρομο που ένωνε την πυραμίδα με την κοιλάδα και το Ναό της Κοιλάδας. Ο τελευταίος είναι θαμμένος κάτω από το χωρίο Nazlet el-Samman. Έχουν βρεθεί λιθόστρωση από βαλσάτη και τοίχοι από ασβεστόλιθο, αλλά το μέρος δεν έχει ακόμα ανασκαφεί. Τα κομμάτια του βαλσάτη φέρουν "ξεκάθαρες αποδείξεις" ότι έχουν κοπεί με κάποιου είδους πριόνι με λεπίδα μήκους 4,6 μέτρων, ικανό να κόβει 3,8 εκατοστά το λεπτό. Ο Τζον Ρόμερ ισχυρίζεται ότι αυτό το "υπέρ-πριόνι" μπορεί να είχε δόντια από χαλκό, και να ζύγιζε μέχρι και 140 κιλά. Υποθέτει ότι στηριζόμενο σε ξύλινους τρίποδες και πιθανόν σε συνδυασμό με τη χρήση φυτικών λαδιών, άμμου, σμυριδόπετρας και σκόνης χαλαζία, μπορούσε να κόβει πέτρες, κάτι το οποίο θα απαιτούσε τουλάχιστον 12 άντρες για να το χειριστούν.
Στη νότια πλευρά υπάρχουν μικρότερες πυραμίδες, γνωστές ως οι Πυραμίδες των Βασιλισσών. Σήμερα σώζονται τρεις σχεδόν στο αρχικό τους ύψος, αλλά η τέταρτη ήταν τόσο κατεστραμμένη, ώστε δεν υποψιαζόμασταν την ύπαρξή της μέχρι πρόσφατα την ανακάλυψη της πρώτης στρώσης από πέτρες και του πυραμιδίου της. Κάτω από τη λιθόστρωση γύρω από την πυραμίδα, ανακαλύφθηκε κατά λάθος από τη ομάδα αποστολής του Reisner, ο τάφος της βασίλισσας Χετεφερές Α', αδελφή και σύζηγος του Σνεφρού, και μητέρα του Χέοπα. Η τάφος ήταν ασύλητος, αλλά το προσεκτικά σφραγισμένο φέρετρο, αποδείχτηκε ότι ήταν άδειο.
Το συγκρότημα των πυραμίδων της Γκίζας, που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων την Πυραμίδα του Χεφρήνου και την Πυραμίδα του Μυκερίνου, περιβάλλεται από κυκλώπειο πέτρινο τείχος, το Τείχος του Κορακιού. Ο Μαρκ Λέχνερ ανακάλυψε έξω από το τείχος την πόλη των εργατών, αλλιώς γνωστή ως "Η Χαμένη Πόλη", η οποία από το στιλ της πιλοποιίας, σφραγίδες, και από τη στρωματογραφία, τοποθετείται χρονικά κάπου ανάμεσα στις βασιλείες του Χεφρίνου (2520–2494 π. Χ.) και του Μυκερίνου (2490–2472 π. Χ.). Πρόσφατες ανακαλύψεις από τον Λέχνερ και την ομάδα του στην πόλη και στον περιβάλλοντα χώρο, συμπεριλαμβανομένου αυτό που φαίνεται να ήταν ένα ακμάζων λιμάνι, υποδηλώνουν ότι η πόλη και τα καταλύματα που ονομάζονται "στοές", τελικά μπορεί να μην προοριζόταν για τους εργάτες, αλλά για τους στρατιώτες και τους ναυτικούς που χρησιμοποιούσαν το λιμάνι. Υπό το φως αυτής της νέας ανακάλυψης, όσον αφορά το πού διέμεναν οι εργάτες, ο Λέχνερ τώρα υποθέτει ότι κατέλυαν στις ράμπες που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή της πυραμίδας, ή σε κοντινά ορυχεία.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, ο αυστραλός αρχαιολόγος Καρλ Κρόμερ πραγματοποίησε ανασκαφές σε τούμπα στη νότια περιοχή του οροπεδίου της Γκίζας. Αυτή περιείχε τεχνουργήματα, μεταξύ των οποίων σφραγίδες του Χέοπα, και ο Κρόμερ ταύτισε την τοποθεσία με τον κατακλυσμό των τεχνουργών. Κτήρια από τούβλα λάσπης νότια του Ναού της Κοιλάδας του Χέοπα, περιείχαν επισφραγίσματα με το όνομα το Χέοπα, και έχει προταθεί ότι αποτελούσαν τον οικισμό που θα επιτελούσε την ταφική λατρεία του Χέοπα, μετά το θάνατό του. Το 1990 ο Ζάχι Χαουάς ανακάλυψε ένα νεκροταφείο εργατών νότια του Τείχους του Κορακιού, το οποίο βρισκόταν σε χρήση τουλάχιστον μεταξύ την βασιλεία του Χέοπα και το τέλος της 5ης Δυναστείας.
Γύρω από την πυραμίδα υπάρχουν τρεις λάκκοι σε σχήμα πλοίου, έτσι διαμορφωμένοι ώστε να χωρούσαν κανονικά πλοία. Το Μάιο του 1954 ο αιγύπτιος αρχαιολόγος Kamal el-Mallakh ανακάλυψε και ένα τέταρτο λάκκο, μακρύ και παραλληλόγραμμο, το οποίο καλυπτόταν ακόμα από πέτρινες πλάκες που ζύγιζαν ως και 15 τόνους. Μέσα υπήρχαν 1.224 κομμάτια ξύλου, με το μακρύτερο με μήκος 23 μέτρα, και το μικρότερο 10 εκατοστά. Αυτά ανατέθηκαν στον ντόπιο κατασκευαστή βαρκών Haj Ahmed Yusuf, ο οποίος αργά και μεθοδικά δούλεψε συνταιριάζοντας τα κομμάτια. Η όλη διαδικασία, με την συντήρηση και το ίσιωμα σκεβρωμένων ξύλων διήρκησε δεκατέσσερα χρόνια.
Το αποτέλεσμα ήταν ένα πλοίο από ξύλο κέδρου μήκους 43,6 μέτρων, με τα ξύλα του να συγκρατούνται από σκοινιά, το οποίο σήμερα στεγάζεται σε ένα κλιματιζόμενο μουσείο σε σχήμα πλοίου, το οποίο βρίσκεται πίσω από την πυραμίδα. Κατά τη διάρκεια της κατασκευής του μουσείου, το οποίο βρίσκεται πάνω από το λάκκο στον οποίο ανακαλύφθηκε το πλοίο, βρέθηκε ακόμα ένας στεγασμένος λάκκος πλοίου. Αυτός δεν ανοίχτηκε εσκεμμένα ως το 2011, όταν και άρχισαν οι ανασκαφές.
Αν και μικρότερες, το χτίσιμο πυραμίδων συνεχίστηκε μέχρι το τέλος του Μέσου Βασιλείου. Όμως, όπως ισχυρίζονται οι Briar και Hobbs claim, "όλες οι πυραμίδες είχαν λεηλατηθεί" μέχρι το Νέο Βασίλειο, όταν και άρχισε η κατασκευή τάφων σε μια έρημη κοιλάδα, σήμερα γνωστή ως η Κοιλάδα των Βασιλέων. Ο Τζόις Τίλντεσλει δηλώνει ότι "είναι γνωστό πως η Μεγάλη Πυραμίδα είχε ανοιχτεί και λεηλατηθεί μέχρι το Μέσο Βασίλειο", πριν ο άραβας χαλίφης Al-Ma'mun|Abdullah al-Mamun μπει στην πυραμίδα περίπου το 820 μ. Χ..
Ο I. E. S. Edwards διαπραγματεύεται την αναφορά του Στράβωνα ότι η πυραμίδα. "σε μικρό ύψος σε μια πλευρά υπάρχει μια πέτρα η οποία μπορεί να αφαιρεθεί, και από εκεί υπάρχει ένας κατωφερής διάδρομος προς τα θεμέλια". Ο Edwards επιχειρηματολογεί ότι κλέφτες είχαν μπει στην πυραμίδα μετά το τέλους του Αρχαίου Βασιλείου, η οποία σφραγίστηκε ξανά και πάλι παραβιάστηκε παραπάνω από μία φορές, μέχρι να τοποθετηθεί η πόρτα που αναφέρει ο Στράβωνας. Προσθέτει, "Αν αυτή η ιδιαίτερα υποθετική εκδοχή είναι σωστή, είναι επίσης αναγκαίο να υποθέσουμε ότι η ύπαρξη της πόρτας είχε ξεχαστεί ή ότι η είσοδος είχε και πάλι σφραγιστεί με πέτρες επικάλυψης", προκειμένου να εξηγηθεί γιατί ο al-Ma'mun δεν μπορούσε να βρει την είσοδο.
Ο Edwards επίσης διαπραγματεύεται την ιδέα του Ηρόδοτου. Ο Ηρόδοτος επισκέφτηκε την Αίγυπτο τον 5ο αιώνα π. Χ. και αναφέρει μια ιστορία που του είπανε για κρύπτες κάτω από την πυραμίδα χτισμένες πάνω σε ένα νησί, όπου κείτεται το σώμα του Χέοπα. Ο Edwards σημειώνει ότι η πυραμίδα "είχε παραβιαστέι σχεδόν σίγουρα μέχρι την εποχή του Ηρόδοτου" και ότι μπορεί να σφραγίστηκε ξανά κατά τη διάρκεια της 12ης Δυναστείας, όταν και άλλα μνημεία είχαν αναστηλωθεί. Υποθέτει ότι η ιστορία του Ηρόδοτου είναι αποτέλεσμα "ανακύκλωσης" σχεδόν δύο αιώνων της ίδιας ιστορίας ειπωμένης από τους αρχαίους "ξεναγούς".
Εξαιτίας της φήμης του, ο Χέοπας και η πυραμίδα του αποτελούν το θέμα πολλών σύγχρονων απεικονίσεων, παρόμοιων με των επίσης πολύ γνωστών Ακενατόν, Νεφερτίτης, και Τουταγχαμών. Η ιστορική μορφή του Χέοπα εμφανίζεται σε ταινίες, διηγήματα και ιστορικά αρχεία. Ήδη το 1827 η συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας Jane C. Loudon έγραψε το μυθιστόρημα Η Μούμια! Ένα Παραμύθι του 22ου Αιώνα. Η πλοκή περιγράφει τους πολίτες του 22ου αιώνα, οι οποίοι έχουν προοδέψει τεχνολογικά μεν, αλλά από την άλλη είναι ανήθικοι, και μόνο η μούμια του Χέοπα μπορεί να τους σώσει. Το 1939 ο Ναγκίμπ Μαχφούζ έγραψε το μυθιστόρημα Η Σοφία του Χέοπα, η οποία βασίζεται στις ιστορίες του Πάπυρου του Westcar. Το 1997, ο γάλλος συγγραφέας Guy Brachet έγραψε την σειρά μυθιστορημάτων Οι νέες πυραμίδες, που περιλαμβάνει πέντε τόμους, από τους ο οποίους οι δύο πρώτοι (Ο ηλιακός ναός και το Όνειρο από πέτρα) έχουν σαν θέμα τους τον Χέοπα και τον τάφο του. Το 2004, ο Page Bryant έγραψε μια ιστορία επιστημονικής φαντασίας, Η Δευτέρα Παρουσία των Θεών των Άστρων, η οποία πραγματεύεται την υποτιθέμενη ουράνια καταγωγή του Χέοπα. Το μυθιστόρημα του Raymond Mayotte του 2010 Ο Μύθος του Βρικόλακα Χέοπα, πραγματεύεται το ξύπνημα του Χέοπα στην πυραμίδα του ως βρικόλακα.
Γνωστές κινηματογραφικές ταινίες που ασχολούνται με το Χέοπα, ή έχουν την Μεγάλη Πυραμίδα σαν θέμα, είναι η Χώρα των Φαραώ του 1955 του Χάουαρντ Χοκς, μια μυθοπλαστική αναφορά στο χτίσιμο της Μεγάλης Πυραμίδας, και η ταινία του 1994 του Ρόμπερτ Έμεριχ Stargate, όπου μια εξωγήινη συσκευή ανακαλύπτεται κοντά στις πυραμίδες. Η μεταφορά στην τηλεόραση το 2004 του έργου της Αγκάθα Κρίστι Θάνατος στο Νείλο με πρωταγωνιστή τον Ντέιβιντ Σάτσετ, περιέχει μια σκηνή όπου ένα ζευγάρι κάθεται στην κορυφή της Μεγάλης Πυραμίδας συζητώντας.
Ο Χέοπας και η πυραμίδα του είναι παραπέρα αντικείμενο ψευδοεπιστημονικών θεωριών που πραγματεύονται την ιδέα ότι η Πυραμίδα του Χέοπα χτίστηκε από εξωγήινους, και ότι ο Χέοπας απλά κατέλαβε και επαναχρησιμοποίησε το μνημείο, αγνοώντας όλα τα αρχαιολογικά ευρήματα, ή ακόμα και παραποιώντας.
Ο Χέοπας και η πυραμίδα του είναι το θέμα αρκετών βιντεοπαιχνιδιών, όπως για παράδειγμα το Khufu Tomb Raider: The Last Revelation, όπου ο παίκτης πρέπει να μπει στην πυραμίδα του Χέοπα και να αντιμετωπίσει τον θεό Σετ σαν την τελική δοκιμασία. Άλλο παράδειγμα είναι το Duck Tales 2 από το Game Boy. Σε αυτό το παιχνίδι, ο παίκτης πρέπει να κατευθύνει Θείο Σκρούτζ μέσα στην γεμάτη παγίδες Πυραμίδα του Χέοπα.

Tags: